quiet$552284$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

quiet$552284$ - translation to ελληνικό

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Quiet (song); Quiet (disambiguation)

quiet      
ήσυχα
hush up         
  • [[World War II]]–era United States Army poster instructing soldiers on the information they are obligated to give under the [[Geneva Conventions]] if taken as a [[prisoner of war]]
DIRECT COMMAND WITH A MEANING SIMILAR TO "BE QUIET"
Shut Up; Shut The Fuck Up; Shut The Hell Up; STHU; Sthu; Be quiet; Be Quiet; Shutup; ShutUp; S.T.H.U.; S.t.h.u.; S.T.H.U; S.t.h.u; Shut up!; Shut Up!; Shut your fucking mouth; Shut Your Fucking Mouth; Shut-up; Shut-Up; Shrup; Shut the fuck up; Shut your mouth up; Hush up; Shaddap; Shuttup; Shut the front door; SHUT THE FUCK UP; Shut up your mouth; Shut the hell up; STFU (expletive); Shut the Fuck Up; Shut the heck up
αποσιωπώ
be quiet         
  • [[World War II]]–era United States Army poster instructing soldiers on the information they are obligated to give under the [[Geneva Conventions]] if taken as a [[prisoner of war]]
DIRECT COMMAND WITH A MEANING SIMILAR TO "BE QUIET"
Shut Up; Shut The Fuck Up; Shut The Hell Up; STHU; Sthu; Be quiet; Be Quiet; Shutup; ShutUp; S.T.H.U.; S.t.h.u.; S.T.H.U; S.t.h.u; Shut up!; Shut Up!; Shut your fucking mouth; Shut Your Fucking Mouth; Shut-up; Shut-Up; Shrup; Shut the fuck up; Shut your mouth up; Hush up; Shaddap; Shuttup; Shut the front door; SHUT THE FUCK UP; Shut up your mouth; Shut the hell up; STFU (expletive); Shut the Fuck Up; Shut the heck up
κάτσε ήσυχα

Ορισμός

quiet

Βικιπαίδεια

Quiet

Quiet may refer to:

  • Silence, a relative or total lack of sound